Το Σάββατο 26 Ιουλίου 2014 παρουσιάστηκε στο Αρχαίο Θέατρο του Δίου η
κωμωδία του Αριστοφάνη Θεσμοφοριάζουσες, σε σκηνοθεσία Γιώργου
Κιμούλη, μετάφραση Κ.Χ. Μύρη και διασκευή από τον Γ. Κιμούλη και τον μπλόγκερ
Πιτσιρίκο.
Τα Θεσμοφόρια, αφιερωμένα στη
Δήμητρα και την Περσεφόνη, τελούνταν με μυστικότητα από γυναίκες κατά τη φθινοπωρινή σπορά ως δέηση προς τη Θεά για γονιμότητα της φύσης και του ανθρώπινου γένους. Συγκεντρώνονταν στην Πνύκα, εκτελούσαν θυσίες χοίρων και δίκαζαν, ενώ απαγορευόταν στους άνδρες η είσοδος σε ναούς.
Δήμητρα και την Περσεφόνη, τελούνταν με μυστικότητα από γυναίκες κατά τη φθινοπωρινή σπορά ως δέηση προς τη Θεά για γονιμότητα της φύσης και του ανθρώπινου γένους. Συγκεντρώνονταν στην Πνύκα, εκτελούσαν θυσίες χοίρων και δίκαζαν, ενώ απαγορευόταν στους άνδρες η είσοδος σε ναούς.
Συγκεντρωμένες, λοιπόν, για τη μεγάλη γιορτή τους, τα Θεσμοφόρια, και
εκμεταλλευόμενες το δικαίωμα που τους δίνει η Θεά λόγω της εορτής, οι γυναίκες
(ο χορός) θέλουν να σκοτώσουν τον γνωστό ποιητή Ευριπίδη (Δ. Πιατά), γιατί
θεωρούν ότι τις δυσφημίζει στα έργα του. Ο ποιητής ζητάει τη βοήθεια του
Συγγενή του (Γ. Κιμούλη), του προτείνει, δηλαδή, να μεταμφιεστεί σε γυναίκα και
να τον υποστηρίξει στη δίκη. Όλα αυτά όμως συμβαίνουν στον ύπνο του
πρωταγωνιστή, δεν είναι παρά ένα όνειρο, εφιάλτης ίσως.
Το έργο αρχίζει και τελειώνει (σε σχήμα κύκλου) με τον Γιώργο Κιμούλη ως
Συγγενή του Ευριπίδη να κοιμάται και να ονειρεύεται υπό τον ήχο του τριζονιού
και το νανούρισμα της μάνας. Εμείς, οι θεατές, παρακολουθούμε αυτό το όνειρο,
στην πραγματικότητα όλο το έργο είναι ένα όνειρο. Ως σκηνοθέτης ο Κιμούλης
παντρεύει το όνειρο με την πραγματικότητα, το άσπρο με το μαύρο, τις νύφες με
τις χήρες, το γέλιο με την πίκρα, το αρχαίο με το σύγχρονο, το ελληνικό με το
παγκόσμιο.
Το σκηνικό του Γιάννη Μετζικώφ ξαφνιάζει ευχάριστα, με κυρίαρχο το γήινο και
θερμό κεραμιδί χρώμα, το χρώμα του πηλού. Στα αριστερά της σκηνής μια σακαράκα,
στα δεξιά μια άμαξα με άλογο (τα μεταφορικά μέσα του παρελθόντος) και μια
αρχαία κολόνα πεσμένη στο έδαφος σαν ξεπεσμένη Ελλάδα με τα περασμένα μεγαλεία
της. Στο κέντρο δεσπόζει μια μεγάλη οθόνη κινηματογράφου σαν παλιό σινεμά με
ένα πελώριο γυναικείο μάτι, μάτι Θεού, που τα «πάνθ’ ορά»: «Στου τέκνου
σύρριζα το νου, Θεού της μάνας μάτι.»(Διονύσιος Σολωμός).
Ο Δημήτρης Πιατάς ως Ευριπίδης προκαλεί διαρκώς και αβίαστα το γέλιο των
θεατών. Ο σκοπός της κωμωδίας, που δεν είναι άλλος παρά το γέλιο, πέτυχε
σίγουρα. Αλλά το έργο του Αριστοφάνη ποτέ δεν είναι μόνο κωμωδία. Είναι και
παρωδία. Όπως οι Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη βάζουν το μαχαίρι στον λαιμό
των γουρουνιών που σφάζουν, έτσι και οι Θεσμοφοριάζουσες του Κιμούλη βάζουν το
μαχαίρι στο κόκκαλο της πολιτικής, των πολιτικών, των ΜΑΤ και χτυπούν Ποτάμια,
Ελιές, Άκη, Σαμαρά, Βενιζέλο, τηλεόραση και φεστιβάλ.
Και όλα αυτά
μέσα στον αέναο πόλεμο ανάμεσα στα δύο φύλα: «Άντρες, γουρούνια, δολοφόνοι»,
ουρλιάζουν οι γυναίκες του χορού. Συνθήματα, στίχοι και μουσική από τον
τραγουδοποιό Διονύση Τσακνή έντυσαν την παράσταση προβάλλοντας δυναμικά τη θέση
και την οπτική γωνία των γυναικών:
«Τα
Θεσμοφόρια δεν είναι πια αργία!
Τα
Θεσμοφόρια είναι απεργία!»
«Όλη
η εξουσία στη φαντασία!
Πάμε
να βρούμε πάλι την ουτοπία!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου